Γνωμοδότηση ως σκιώδης συντάκτης

της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η πρόληψη και η μείωση της θαλάσσιας ρύπανσης από πλαστικά απορρίμματα που προέρχονται από πλαστικά προϊόντα μιας χρήσης (SUP) και αλιευτικά εργαλεία που περιέχουν πλαστική ύλη είναι συμπληρωματικά ειδικά μέτρα για τα μικροπλαστικά που προβλέπονται στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ για τις πλαστικές ύλες. Μετά την αντιμετώπιση του ζητήματος των πλαστικών σακουλών το 2015, εντοπίστηκαν 10 προϊόντα SUP και αλιευτικά εργαλεία (τα λεγόμενα μακροπλαστικά) τα οποία αντιπροσωπεύουν το 70 % των θαλάσσιων απορριμμάτων στην Ευρώπη. Είναι σημαντικό η ΕΕ να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να αντιμετωπίσει τις περιβαλλοντικές πτυχές των θαλάσσιων απορριμμάτων, μειώνοντας την ποσότητα των πλαστικών σε ωκεανούς και σε παραλίες, εστιάζοντας ταυτόχρονα σε μεγαλύτερο βαθμό στο ευρύτερο ζήτημα της μετάβασης από τα πλαστικά σε μια κυκλική οικονομία.

Τα θαλάσσια απορρίμματα αποτελούν παγκόσμιο πρόβλημα που υπερβαίνει κατά πολύ τα σύνορα της ΕΕ και μόνο μια παγκόσμια συμφωνία θα είναι σε θέση να αντεπεξέλθει πλήρως στην πρόκληση που αντιμετωπίζει ο πλανήτης μας. Σύμφωνα με μελέτες, το 80 % των θαλάσσιων απορριμμάτων προέρχεται από 20 μόνο χώρες καμία από τις οποίες δεν είναι κράτος μέλος της ΕΕ. Ως εκ τούτου, η συντάκτρια της γνωμοδότησης ζητεί μια παγκόσμια προσέγγιση για την καταπολέμηση της ρύπανσης από τα πλαστικά και ζητεί να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα σε επίπεδο G7 και G20, καθώς και να υλοποιηθούν οι στόχοι των Ηνωμένων Εθνών για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Επιπλέον, οι πολυεθνικοί δανειστές και οι διεθνείς χρηματοδότες θα πρέπει να επικεντρώσουν τη δέσμευσή τους σε μέτρα για τη μείωση των θαλάσσιων απορριμμάτων, στοχεύοντας σε προγράμματα διαχείρισης αποβλήτων στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας.

Επιπλέον, η ευαισθητοποίηση των καταναλωτών αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για την επιτυχή μείωση των προϊόντων SUP.  Η συντάκτρια της γνωμοδότησης είναι πεπεισμένη ότι οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού και η εκπαίδευση έχουν καθοριστική σημασία για την επίτευξη βιώσιμων αποτελεσμάτων όσον αφορά τα μέτρα που επιβάλλονται στα κράτη μέλη και τη βιομηχανία.

Στην ανάλυσή της, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι επιλογές που προτείνει και που αφορούν την απαγόρευση ορισμένων πλαστικών SUP και τους στόχους μείωσης, τη διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού (ΔΕΠ), τα μέτρα που αφορούν τον σχεδιασμό των προϊόντων και την παροχή κινήτρων στους αλιείς για την επιστροφή των αλιευτικών εργαλείων, αναμένεται να συμβάλουν στην εξοικονόμηση 2.6 εκατ. τόνων ισοδυνάμου CO2 και στην αποφυγή περιβαλλοντικών ζημιών ισοδύναμων με 11 δισεκατομμύρια ευρώ. Το κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις ανέρχεται σε 2 δισ. ευρώ και η διαχείριση των αποβλήτων σε 510 εκατ. ευρώ. Οι καταναλωτές αναμένεται να εξοικονομήσουν περίπου 6.5 δισ. ευρώ, ενώ ένα σύστημα επιστροφής εγγύησης ή ένα ισοδύναμο σύστημα θα κόστιζε στους καταναλωτές ακόμα 1.4 δισ. ευρώ. Η Επιτροπή εκτιμά ότι το πρόσθετο κόστος για τον κλάδο της αλιείας θα ανέλθει στην καλύτερη περίπτωση στο 0,16 % των εσόδων. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν παρέχει στοιχεία σχετικά με το κόστος εφαρμογής της ΔΕΠ που μεταβιβάζεται πλήρως στον τελικό καταναλωτή.

Η συντάκτρια γνωμοδότησης επιθυμεί να τονίσει ότι, ως γενική αρχή, η επιλογή πολιτικής της «απαγόρευσης» ορισμένων ειδών προϊόντων θα πρέπει να αποτελεί την έσχατη λύση. Θα ήταν, όντως, προτιμότερο να υπάρχει μια προσέγγιση που να βασίζεται στην αναβάθμιση των προτύπων, με την οποία θα πρέπει, κατά συνέπεια, να αποσυρθούν από την αγορά ορισμένα προϊόντα που προκαλούν ρύπανση και ταυτόχρονα να προωθηθούν η Ε & Α και η καινοτομία για την εξασφάλιση προϊόντων που να γίνονται ανακυκλώσιμα με τρόπο αποδοτικότερο σε σχέση με το κόστος και που να είναι, επίσης, βιοαποικοδομήσιμα ή αβλαβή.  Αυτά τα νέα πρότυπα θα πρέπει να εφαρμοστούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ώστε να διασφαλιστεί ότι οι ΜΜΕ θα μπορέσουν να προσαρμόσουν το επιχειρηματικό τους μοντέλο, δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα των 50,000 εταιρειών που αντιπροσωπεύουν τον τομέα των μεταποιητών πλαστικών υλών στην ΕΕ είναι ΜΜΕ.

Η διαχείριση των θαλάσσιων απορριμμάτων μπορεί να δημιουργήσει οικονομικές ευκαιρίες. Οι επιχειρήσεις μπορούν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους μέσω της καινοτομίας και της Ε & Α, συμβάλλοντας σε μια αποδοτική ως προς τους πόρους οικονομία χωρίς εκπομπές άνθρακα. Οι επενδύσεις στην πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από απορρίμματα, βιώσιμα εναλλακτικά υλικά, προϊόντα και επιχειρηματικά μοντέλα μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην ενίσχυση των τεχνικών και επιστημονικών δεξιοτήτων. Μολονότι η πρωτοβουλία για τη μείωση των πλαστικών προϊόντων SUP είναι ευπρόσδεκτη, απαιτείται μια ισορροπημένη προσέγγιση για τη διασφάλιση της αναλογικότητας.