Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε το μακροχρόνιο πρόβλημα της έλλειψης φαρμάκων εντός της ΕΕ, το οποίο έχει επιδεινωθεί εκθετικά τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να υπονομεύονται οι υπηρεσίες υγείας στα κράτη μέλη και να προκύπτουν σοβαροί κίνδυνοι για την υγεία των Ευρωπαίων. Αξίζει να σημειωθεί ότι με τη μετεγκατάσταση της παραγωγής φαρμάκων η Ευρώπη έχασε πλέον την ανεξαρτησία της στον τομέα της υγείας, δεδομένου ότι το 40 % των τελικών φαρμάκων που διατίθενται στην ενωσιακή αγορά προέρχεται πλέον από τρίτες χώρες, όπου είναι συχνά χαμηλότερο το κόστος εργασίας και λιγότερο αυστηρά τα περιβαλλοντικά πρότυπα. Οι συνθήκες αυτές απειλούν ευθέως το δικαίωμα των ασθενών σε βασική ιατρική περίθαλψη στην ΕΕ, ενώ δημιουργούνται ανισότητες μεταξύ των ασθενών, ανάλογα με τη χώρα διαμονής τους, γεγονός που διαταράσσει την ενιαία αγορά. Ενόψει τούτων, κρίνεται αναγκαίο να συμπεριληφθούν στην προγραμματισμένη ευρωπαϊκή φαρμακευτική στρατηγική μέτρα για τη δέουσα επιμέλεια των φαρμακευτικών εταιρειών, καθώς και να χρηματοδοτηθεί, από το μελλοντικό πρόγραμμα για την υγεία, κοινή δράση για την πρόληψη της έλλειψης φαρμάκων μέσω της στήριξης της παρασκευής φαρμάκων μείζονος θεραπευτικού ενδιαφέροντος σε τοπικό επίπεδο, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη.