Ευρυζωνικά δίκτυα ή επαρχιακοί δρόμοι;

Εργοστάσια ανακύκλωσης ή αναπλάσεις; Αν επρόκειτο κάποιος να περιγράψει τη νέα εποχή στην Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση των έργων  θα ήταν εύσχημο να θέσει τα δύο παραπάνω ενδεικτικά διλήμματα. Στην επταετία 2021-2027 η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία. Και τώρα είναι μάλλον πιο επίκαιρο από ποτέ το δίλημμα για την οικονομία μας: «Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε». 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα μπορεί να έχει στη διάθεσή της 12,612 δις ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης την περίοδο 2021-2022 και επιπλέον 3,631 δις στη συνέχεια. 

Μαζί με τα κονδύλια της πολιτικής Συνοχής το άθροισμα παραπέμπει με το παραπάνω στο «λεφτά υπάρχουν». Ωστόσο για να περάσουν  στην ελληνική οικονομία έστω και μέρος των διαθέσιμων δις είναι απαραίτητες δύο προϋποθέσεις:

Α: Η εμπροσθοβαρής, ταχεία και χωρίς λάθη παρουσίαση του σχεδίου των πράσινων, ψηφιακών και ανθεκτικών έργων που θα χρηματοδοτηθούν, κόντρα στην ...παράδοση που θέλει την εκτέλεση των έργων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ να συμπίπτει με τον εκλογικό κύκλο με στόχο προφανή πολιτικά οφέλη. Ο συγχρονισμός του σχεδιασμού της κατανομής των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων με το σχέδιο ανάκαμψης είναι αυτονόητη προϋπόθεση. 

 

Β: Η άμεση εξεύρεση αλλά και η ωρίμανση συγκεκριμένων  έργων , συμβατών με τις προτεραιότητες της ΕΕ, που όχι μόνο θα απορροφήσουν τους μέγιστους δυνατούς πόρους από το ταμείο ανάκαμψης σε συνδυασμό με πόρους από τον ιδιωτικό τομέα, αλλά θα στείλουν και ένα ισχυρό μήνυμα ότι η χώρα είναι και πρόθυμη αλλά κυρίως ικανή, να αξιοποιήσει αυτά τα χρήματα. Το μήνυμα αυτό θα ακουστεί όχι μόνο στους εταίρους μας, αλλά και στην πραγματική οικονομία, συμβάλλοντας στην ταχύτερη ανάκαμψη της χώρας, προσελκύοντας επενδύσεις και
δημιουργώντας πολλές και καλές θέσεις εργασίας.

 

Το βέβαιο είναι ότι η ενισχυμένη ευρωπαική χρηματοδότηση σε συνδυασμό με τα μαθήματα  που παίρνουμε από την πανδημία μας οδηγεί υποχρεωτικά να μετασχηματίσουμε τοπαραγωγικό μας μοντέλο. Η έμφαση  στον πρωτογενή τομέα , για προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας, στην ανανεώσιμη ενέργεια και μάλιστα στην εμπλοκή των καταναλωτών στην παραγωγή, στην στρατηγική αυτονομία της βιομηχανίας και ειδικά για την Ελλάδα στη στήριξη της φαρμακοβιομηχανίας και της βιομηχανίας μετάλλων αποτελούν μέρος του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης που μπορεί να βρει άμεση εφαρμογή στη χώρα μας.

Φυσικά και δεν μπορούμε να συνεχίσουμε την εξάρτηση της οικονομίας μας από τον τουρισμό κατά το 1/4 , ταυτόχρονα όμως δεν είναι καθόλου σοφό  να θεωρούμε πως μπορούμε να αφήσουμε σε αχρηστία υποδομές και επενδύσεις που κάνουν την Ελλάδα έναν από τους πιο ελκυστικούς προορισμούς στον κόσμο.

Έχει σημασία παράλληλα να δούμε ποιες ευκαιρίες δημιουργούνται  με την παρούσα κατάσταση. Ενδεικτικά αναφέρω ότι πολλές εταιρίες, με πρώτες τις εταιρίες τεχνολογίας, όπως το Facebook, τη Google και το Twitter, τείνουν να αποκεντρώσουν  τις δραστηριότητεςτους. Εκεί δηλαδή που υπήρχαν κάποια κεντρικά γραφεία σε μεγάλες πόλεις, πχ στο Λονδίνο ή στο Παρίσι, θαδημιουργηθούν μικρότερα αποκεντρωμένα γραφεία όπου οι εργαζόμενοι θα δουλεύουν κατά ένα ποσοστό από το σπίτι τους και θα πηγαίνουν και στα γραφεία τους, όταν κρίνεται απαραίτητο. Η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει μερίδιο σε αυτή τη μετεγκατάσταση.

Οφείλουμε να δώσουμε κίνητρα για να δημιουργήσουν μεγάλες επιχειρήσεις «αποκεντρωμένα» γραφεία στη χώρα μας, εκμεταλλευόμενοι και το χαμηλότερο κόστος διαβίωσης πχ σε σύγκριση με το Λονδίνο ή το Παρίσι, αλλά και την, εν γένει καλύτερη ποιότητα ζωής. 

Πολλές φορές λέμε να γίνει η Ελλάδα για παράδειγμα η Silicon Valley της Ευρώπης, προκειμένου να επιχειρηματολογήσουμε υπέρ της στήριξης της νεοφυούς τεχνολογικής επιχειρηματικότητας. Αυτό είναι απολύτως θεμιτό. Όμως, χρησιμοποιώντας αυτή την αναλογία, θα έλεγα ότι η Ελλάδα, υπό τις δεδομένες συνθήκες θα πρέπει να προσπαθήσει να γίνει η Florida της Ευρώπης, και όχι μόνο. Δηλαδή να προσελκύσει ανθρώπους με σταθερό εισόδημα , κυρίως συνταξιούχους, οι οποίοι θα επιλέξουν τη χώρα ως προορισμό για μακροχρόνια διαμονή ενισχύοντας την ελληνική οικονομία. Θεωρώ ότι αυτού του είδους η αποκέντρωση, είτε αφορά τις εταιρίες είτε αφορά μία συγκεκριμένη ομάδα πληθυσμού, όπως οι ανά τον κόσμο συνταξιούχοι, αποτελεί μία πρώτης τάξης ευκαιρία όχι μόνο διάσωσης και στήριξης των τουριστικών μας υποδομών, αλλά και μακροχρόνιας ενίσχυσης της ενδογενούς βιώσιμης ανάπτυξης.