άρθρο στο www.athensvoice.gr 

Αντί να κοιτάζουμε προς τα πίσω να βλέπουμε το μέλλον και να δουλεύουμε γι’ αυτό

 

Η Μαρία Σπυράκη γράφει για τη συζήτηση περί επανένταξης του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα και την ανάγκη παραγωγής «πράσινου ηλεκτρισμού»


Το πρόβλημα της επάρκειας ηλεκτρικής ενέργειας αναδύθηκε με έντονο τρόπο τα τελευταία εικοσιτετράωρα λόγω του καύσωνα. Και άλλο που δεν ήθελαν οι θιασώτες του κάρβουνου να επαναφέρουν στο προσκήνιο τη συζήτηση για την απόφαση του πρωθυπουργού για  κατάργηση του λιγνίτη ως καύσιμο στο ενεργειακό μείγμα της Ελλάδος ως το 2028. Ακόμη και σοβαροί αναλυτές διερωτώνται δημοσίως μήπως βιάστηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μήπως πρέπει να κρατήσουμε σε λειτουργία μονάδες λιγνίτη δια παν ενδεχόμενο, μήπως μήπως…

Κατ’ αρχήν η απόφαση για κατάργηση του λιγνίτη ως το 2028 τοποθέτησε την Ελλάδα στην εμπροσθοφυλακή της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής στην ΕΕ. Αύξησε την ελκυστικότητα της χώρας μας σε επενδύσεις ΑΠΕ και σε χρηματοδότηση έργων που συνδέονται με αυτές. Αυξάνει και την πιθανότητα να λάβουμε επιπλέον ένα γενναίο μερίδιο από τα κονδύλια που δεν απορροφήθηκαν από τον προηγούμενο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (MFF) 2014-2020 για να τα διαθέσουμε σε επενδύσεις στη Δυτική Μακεδονία.

Οι ΑΠΕ αποτελούν για την Ελλάδα και φυσικά για την Ευρώπη και τον κόσμο, τη μοναδική λύση. Όχι μόνο γιατί στην Ελλάδα καιγόμαστε και στο Βέλγιο πνιγόμαστε, οπότε δεν χρειαζόμαστε καμία συζήτηση για να υπερασπιστούμε την ανάγκη να δράσουμε τώρα ,ώστε να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή. Οι ΑΠΕ έχουν υψηλές δυνατότητες παραγωγής φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα τις οποίες δεν έχουμε εκμεταλλευτεί  πλήρως αφού ακόμη δεν έχουμε εντάξει στο δυναμικό μας τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, την παραγωγή ενέργειας από τα κύματα αλλά και την παραγωγή βιοαερίου από μεθάνιο στη διαχείριση των απορριμμάτων και την αγροτική παραγωγή, το οποίο μεθάνιο θα κληθούμε σε λίγο να το πληρώσουμε ως ρύπο του θερμοκηπίου, όπως κάνουμε με το διοξείδιο του άνθρακα.

Χέρι - χέρι με την παραγωγή «πράσινου ηλεκτρισμού» πρέπει να βαδίσει και ο εξηλεκτρισμός της βιομηχανίας μας με τη στήριξη των μονάδων που απέμειναν στην Ελλάδα και τη δημιουργία των απαραίτητων υποδομών. Η χρήση του φυσικού αερίου ως καύσιμου μετάβασης μέχρι το 2030 είναι απαραίτητο να συνδυαστεί με μονάδες αποθήκευσης και χρήσης άνθρακα (CCUS)  που θα παρέχουν όλες τις εγγυήσεις ασφάλειας.

Αυτό που λείπει και στο οποίο οφείλουμε να δώσουμε έμφαση, είναι οι μονάδες αποθήκευσης «πράσινου ηλεκτρισμού» που παράγουν οι ΑΠΕ. Η Ελλάδα μπορεί να εξασφαλίσει την επάρκεια της με μονάδες αποθήκευσης που λειτουργούν σαν γιγαντιαίες μπαταρίες. Τέτοιες , για παράδειγμα, είναι οι μονάδες που λειτουργούν στις «κοιλάδες υδρογόνου» εκεί που ο ηλεκτρισμός που παράγουν οι ΑΠΕ αποθηκεύεται μέσω ηλεκτρόλυσης στο υδρογόνο, το οποίο χρησιμοποιείται ως ενεργειακός φορέας χωρίς να χρειάζεται να διανύσει μεγάλη απόσταση.

Η συζήτηση για την επανένταξη του λιγνίτη στο ενεργειακό μείγμα δεν είναι απλώς άκαιρη και ζημιογόνα με το διοξείδιο του άνθρακα να ξεπερνά σε κόστος τα 52 ευρώ τον μετρικό τόνο. Είναι κυρίως ανεύθυνη απέναντι στα παιδιά μας που θα ζουν σε αυτή την πατρίδα το 2050 με ελλείψεις σε νερό και θερμοκρασίες που θα κάνουν το βίο τους αβίωτο, αν δεν δράσουμε τώρα.

Οι λύσεις είναι μπροστά μας! Οι καινοτόμες λύσεις που δίνει η τεχνολογία είναι πλέον προσβάσιμες και οι τιμές τους ανάλογες με τις δυνατότητες που προσφέρουν. Χρειάζεται απλώς αντί να κοιτάζουμε προς τα πίσω να βλέπουμε το μέλλον και να δουλεύουμε γι’ αυτό.